Νέο απόκτημα για τη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη: Δίκτης ο Κρητικός, Περί του Τρωικού Πολέμου και Δάρης ο Φρύγας, Περί της Άλωσης της Τροίας.
Το αντίτυπο φέρει βιβλιοδεσία σε περγαμηνή της εποχής, με κόκκινες ακμές, και χειρόγραφες σημειώσεις στο εμπροσθόφυλλο και στα εσώφυλλα που καταγράφουν βιβλιογραφικές παραπομπές του 19ου αιώνα σχετικές με την τρωική παράδοση και τη φιλολογική πρόσληψη των ψευδοϊστορικών έργων του Δίκτη και του Δάρη. Οι σημειώσεις αυτές ενισχύουν την τεκμηρίωση του αντιτύπου ως μέσου προσωπικής μελέτης και λόγιας χρήσης.
Η εκδοτική ιστορία του Δίκτη του Κρητικού και του Δάρη του Φρύγα φανερώνει μια μακρά παράδοση φιλολογικού ενδιαφέροντος για αυτές τις αφηγήσεις του Τρωικού Πολέμου, από τις πρώτες εκδόσεις του 15ου αιώνα έως τις σχολιασμένες εκδόσεις του 17ου και 18ου αιώνα.
Δύο από τις σημαντικότερες εκδόσεις του Άμστερνταμ φυλάσσονται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη: η έκδοση του 1630 από τον Guiljelmus Blaeu και η νεοαποκτηθείσα έκδοση του 1631 από τον Ioannes Janssonius. Η δεύτερη βασίζεται στην πρώτη, αλλά φέρει μια ελαφρώς διαφορετική χαλκογραφική σύνθεση στην αρχική σελίδα. Και οι δύο εκδόσεις περιλαμβάνουν εντυπωσιακή χαλκογραφία με σκηνές από τον Τρωικό Πόλεμο — τον Αγαμέμνονα, τον Πρίαμο και τον Δούρειο Ίππο — καθώς και τυπογραφικό σήμα με ουράνια σφαίρα, στοιχείο που υπογραμμίζει τον λόγιο χαρακτήρα του βιβλίου. Τα αντίτυπα αυτά αποτελούν παραδείγματα της ουμανιστικής πρόσληψης των κλασικών κειμένων και των εκδοτικών και εικονογραφικών στρατηγικών που τα συνόδευαν.
Από τον Δίκτη και τον Δάρη στον Πόλεμο της Τρωάδος: αναπλάσεις του τρωικού μύθου
Η αφήγηση του Τρωικού Πολέμου γνώρισε πολυάριθμες αναπλάσεις στην ύστερη αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα, ξεκινώντας από τα έργα του Δίκτη του Κρητικού (Εφημερίδα του Τρωικού Πολέμου) και του Δάρη του Φρύγα (Περί της Άλωσης της Τροίας). Παρουσιαζόμενοι ως αυτόπτες μάρτυρες, οι δύο συγγραφείς καταγράφουν τον πόλεμο με ρεαλισμό, απογυμνώνοντάς τον από μυθικά στοιχεία και παγανιστικές θεότητες. Παρότι ψευδεπίγραφα, τα έργα αυτά άσκησαν σημαντική επίδραση στον τρόπο με τον οποίο οι μεταγενέστερες κοινωνίες φαντάστηκαν και ανασκεύασαν την πτώση της Τροίας. Ενώ αποδίδονται σε αρχαίους Έλληνες, δεν σώζεται κανένα ελληνικό πρωτότυπο. Η λατινική μετάφραση της Εφημερίδας αποδίδεται στον Λεύκιο Σεπτίμιο, ενώ του Δάρη στον Κορνήλιο Νέπω — αναφορές που σήμερα θεωρούνται αναξιόπιστες.
Στον δυτικό Μεσαίωνα, τα λατινικά κείμενα του Δίκτη και του Δάρη αποτέλεσαν βασικές πηγές για την εκ νέου επεξεργασία της τρωικής αφήγησης, ιδιαίτερα στο Roman de Troie (12ος αι.) του Benoît de Sainte-Maure. Το έργο, γραμμένο για την αυλή του Ερρίκου Β΄ της Αγγλίας, συνδυάζει ομηρικά και αντιομηρικά στοιχεία και παρουσιάζει την Τροία μέσα από ένα ιπποτικό πρίσμα. Οι ήρωες εμφανίζονται ως ιππότες, συμμετέχουν σε στρατιωτικά συμβούλια, διπλωματικές αποστολές και μονομαχίες, ενώ η αφήγηση εμπλουτίζεται με γεωγραφικές και ιστορικές λεπτομέρειες, σκηνές έρωτα και προδοσίας.
Αυτή η μυθιστορηματική προσέγγιση επηρέασε την ευρωπαϊκή λογοτεχνία: ενέπνευσε τον Βοκάκιο (Il Filostrato), τον Chaucer (Troilus and Criseyde) και τον Σαίξπηρ (Troilus and Cressida), με την ιστορία του Τρωίλου και της Χρυσηίδας να αποκτά κεντρική θέση.
Στον βυζαντινό κόσμο, η τρωική μυθιστορία γνώρισε νέα ζωή μέσα από τον Πόλεμο της Τρωάδος, μια μετάφραση του Roman de Troie σε δημώδη ελληνική του 14ου αιώνα, που αποδίδεται στον Κωνσταντίνο Ερμονιακό. Αν και βασισμένο ελεύθερα στο γαλλικό πρότυπο, το κείμενο προσαρμόζει τα ήθη και την οπτική στις βυζαντινές προσδοκίες, διατηρώντας τον ιπποτικό χαρακτήρα και τη φιλοτρωϊκή οπτική της αφήγησης.
Η παρακαταθήκη του Τρωικού Πολέμου —μέσα από τον Δίκτη, τον Δάρη, τον Benoît και τον Βυζαντινό μεταφραστή— αποκαλύπτει τη διαχρονική ευελιξία του μύθου: από επικό άσμα σε ρεαλιστικό χρονικό· από θρησκευτικά αποδεκτή αφήγηση σε βασιλική προπαγάνδα· από ελληνορωμαϊκή μνήμη σε χριστιανικό και ιπποτικό ιδεώδες.